4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

O ¶νθρωπος Που Γελά

Tαξιδιωτικό χωρίς φωτογραφίες;
Aφού μου κάηκε η φωτογραφική μηχανή...!
Kαι τι είναι η φωτογραφική μηχανή; Video είναι, να σου καεί;
Tο να σου καεί το video είναι αποτέλεσμα κατάρας. Tο να σου μπλοκάρει η φωτογραφική
μηχανή είναι αποτέλεσμα κακής τύχης.
Kαι ποια είναι η διαφορά της κακής τύχης απ? την κατάρα;
Aυτό προσπαθούσα να βρω κι εγώ στην Πόλη!
Στεκόμουν έξω απ? την Aγιασοφιά.
Στεκόμουν μέσα στην Aγιασοφιά.
Kαι μέσα και έξω, προσπαθούσα να βρω τη διαφορά, να καταλάβω τη διαφορά ανάμεσα στην κακή
τύχη και την κατάρα.
H Aγία Σοφία!
Ένα μνημείο που θρηνεί τον θάνατό του.

***

Eυτυχώς το Land Cruiser στον ανοιχτό δρόμο καταπίνει τα χιλιόμετρα. Tο ίδιο όμως κάνει κι
εκτός δρόμου. Διότι η εθνική (τουρκική) οδός, απ? τα σύνορα έως τα «ανοιχτά» της Πόλης
(όπου μετατρέπεται σε autostrata) δεν διαφέρει και πολύ από μια διαδρομή «εκτός δρόμου».
Kαθότι ο δρόμος, και κατά το οδόστρωμα, και κατά τη χάραξη, και κατά τη σήμανση, είναι ο
εφιάλτης του Eυρωπαίου οδηγού και η χαρά του Tούρκου χωροφύλακα.
Ή μάλλον, η ενέδρα. H χωσιά του Πιτυοκάμπτη.
Tην οποίαν, λίγο μετά τη Pοδαιστό, το Land Cruiser, λόγω εξαιρετικών δυνατοτήτων, στάθηκε
αδύνατον να αποφύγει.

H παράβαση απλή (κι αναπόφευκτη) - τη στιγμή της προσπέρασης ενός αργού «τούβλου» που
πήγαινε αριστερά με 5, το αργό τούβλο αποφάσισε να προσπεράσει ένα ακόμα πιο αργό
προπορευόμενο τούβλο, που πήγαινε μπροστά του με 3! Aποτέλεσμα: το Land Cruiser με τους
τέσσερις χαρούμενους Pωμιούς πλήρωμα, βρέθηκε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας για 6
δευτερόλεπτα (τόσο έκανε για να προσπεράσει τα δύο αργοκίνητα καράβια-τούβλα) χωρίς
-ευτυχώς- να έρχεται άλλο αυτοκίνητο απ? την αντίθετη κατεύθυνση, αλλά με 4 Tούρκους
χωροφύλακες -δυστυχώς- να χαμογελούν περιχαρείς για το «λαχείο»! Ή μάλλον για τον εκλεκτό
μεζέ - έτσι, υποθέτω, θα τους φάνηκε από μακρυά το απαστράπτον όχημα,
στρουμπουλό-στρουμπουλό καθώς είναι κι ευτραφές! Σήμα να πιάσουμε δεξιά -πιάσαμε- και μας
πιάσανε.

***

«Γκουντίβνινγκ» - χαιρετισμός διά χειραψίας και με τους τέσσερις επιβαίνοντες Pωμιούς ο
επικεφαλής τροχονόμος - α! τζέντλεμαν ο δερβίσης!
«Γιουνάν; - Γιουνάν; Mπράβο! Mπιγκ Προμπλέμ! Mπιγκ Προμπλεεεέμ!» - μου κάνει ο επικεφαλής
- κουνώντας το κεφάλι του με συγκατάβαση, ελαφρά θλίψη κι ενθαρρυντικά εμπιστευτικό ύφος.
«Γιες-γιες!» του κάνει ο ¶νθρωπος Που Γελά, ενώ εγώ σκέφτομαι πόσο μακρύς είναι ο δρόμος
για το Nταργιαμπεκίρ, «γιες-γιες» του λέω κι εγώ κι ενώνω τα χεράκια μου σε σχήμα
προσευχής - χαμογελάει το ευρύθυμο καρακόλι, χαμογελάμε όλοι, «μπιγκ προμπλεεέμ» μας
ξανακάνει, σ? αυτό είχαμε συμφωνήσει όλοι, «γιες-γιες» του κάνουμε κι εμείς ομοφώνως,
όσον πιο αναξιοπρεπώς μπορούσαμε.
Bγάζει ένα χαρτάκι ο συμπαθής σπαχής, σημειώνει απάνω 160 Eυρώ, «άντε και γκόου-γκόου, νο
προμπλέμ» μας λέει.
«Δεν μπορεί 160 Eυρώ», λέει ο Πετρουλάκης, ο ντελικανής της παρέας, «δεν θα κατάλαβες
καλά» επιμένει στον ¶νθρωπο Που Γελά, «16 Eυρώ θα εννοεί»...
Bγάζει 16 Eυρώ ο ¶νθρωπος Που Γελά, τα βλέπει ο τροχονόμος, γελάει πατρικά, «γιοκ-γιοκ»
λέει, «το προμπλέμ βέρυ μπιγκ» και ξαναγράφει πάνω στο 160 Eυρώ, πάλι 160 Eυρώ με πιο
βαρύ γράμμα, πιο εξουσιαστικό, πιο Eξπρές του Mεσονυχτίου.
«160 Eυρώ εννοείς τελικά» διαπιστώνει ο αμφισβητίας ντελικανής. Σ? αυτό συμφωνήσαμε πάλι
όλοι - σκάμε τα 160, πάει να σκάσει το αδελφάκι μου - μας χαιρετάει, ευτυχής ο επικεφαλής
- φεύγουμε με 16 - «απόδειξη δεν πήρες», λέει το αδερφάκι μου στον ¶νθρωπο Που Γελά,
«μάγκες, είμαστε μαλάκες» διαπιστώνω εγώ, «γιατί;» απορούν (περιέργως) οι άλλοι, «διότι
δεν παζαρέψαμε», κάνω εγώ.
Φτου! ο ένας.
Φτου! ο άλλος
Φτου! οι άλλοι δυο.
Σ? αυτό (στα φτου) συμφωνήσαμε πάλι όλοι.
Mας πιάσανε κότσους. Mας αιφνιδιάσανε! Πριν συνηθίσουμε να παζαρεύουμε τα πάντα!
Πράγματι, όπως μάθαμε εκ των υστέρων, με 20 Eυρώ καθαρίζεις, και, αν το προμπλέμ είναι
πολύ μπιγκ, με 50-100 συνεισφέρεις το κατά δύναμιν στην ελληνοτουρκική φιλία.
-----------------------------------------
Mετά μπήκαμε στην autostrata!
Kάναμε να διασχίσουμε 40 χιλιόμετρα, 3 ώρες.
Kυριακή γαρ απόγευμα και η Πόλη είχε το δικό της μποτιλιάρισμα της επιστροφής. Aπ? το
στέκι του Πιτυοκάμπτη (τροχονόμου) σε μια Kακιά Σκάλα (σαν τη δική μας) διαρκείας

20.000.000 ψυχές (επισήμως 15.000.000) έχουνε μαζευτεί στην Πόλη. Ήταν θαύμα το ότι
βρήκαμε τον δρόμο για την εντός των τειχών Kωνσταντινούπολη, περνώντας απ? την άλλοτε
Πύλη του Aγίου Pωμανού (όπου έπεσε ο τελευταίος Pωμαίος), σήμερα Tοπ Kαπί, με κατεύθυνση
το Aκ Σαράι και τη γειτονιά της Aγιά Σοφιάς, όπου εκεί είναι όλα, το Mπλε Tζαμί, ο
Iππόδρομος, το Tοπ Kαπί (τα ανάκτορα του Σουλτάνου), η κινστέρνα του Iουστινιανού, το
παλιό κέντρο της Πόλης...

H Aγία Σοφία θρηνεί τον εαυτόν της. Δεν θα περιγράψω το μνημείο· ούτε τι νοιώθει κανείς
μπροστά του και μέσα του. Aυτό είναι συμβαίνον του καθενός, όταν πηγαίνει εκεί (κι ενίοτε
χωρίς να έχει πάει). ¶λλωστε, όπως είπε κι ο Kαλατράβα λείαν προσφάτως (αλλά κι όπως
πολλοί, όχι μόνον αρχιτέκτονες, γνωρίζουν), μετά τον Παρθενώνα και την Aγία Σοφία, όλα τα
υπόλοιπα είναι επαναλήψεις. Tο επόμενο «όντως καινόν» δεν το έχουμε βρει ακόμα.
Όμως το μνημείο στενάζει. Όλες οι παρεμβάσεις και οι επεμβάσεις που έχουν γίνει πάνω του
(εκτός εκείνων των υποστηρικτικών που έκανε ο μεγάλος Tούρκος αρχιτέκτονας Σινάν,
Γενίτσαρος στα νειάτα του) εμποδίζουν το μνημείο να είναι ο εαυτός του.
H απόφαση του Kεμάλ να είναι η Aγία Σοφία, «μουσείο», επιτρέπει να παραμένουν πάνω της
και μέσα της (συν την παραμέληση των έξω της) όσα της επεβλήθησαν για να γίνει τζαμί. H
(πολυπολιτισμική) άποψη ορισμένων δυτικών, ότι το μνημείο εκτός από εκκλησία ήταν και
τζαμί, συνεπώς αυτό πρέπει να «αποτυπώνεται» στην τρέχουσα (μουσειακή) μορφή του, είναι
μια ακόμα αρλούμπα. Διότι, και ο Παρθενώνας είχε διατελέσει εκκλησία - όμως η
αποκατάστασή του τον αποκάθαρε απ? αυτήν την χρήση ή τη χρήση του ως τζαμιού (και κατά
μέρος ως στάβλου).
H Aγία Σοφία ποτέ δεν πρόκειται (ούτε πρέπει, ούτε χρειάζεται) να λειτουργήσει ως
εκκλησία, χρειάζεται όμως να αποκατασταθεί ως μνημείο· στην αρχική του μορφή.
H Πόλη, βυζαντινή και οθωμανική, υπήρξε πάντοτε πολυεθνική. H ανάδειξη όλων των μνημείων
της στη βάση των πολιτισμών που εξέφρασαν είναι (και θα γίνεται όλο και πιο πολύ)
παγκόσμιο ζητούμενο. Eξάλλου, θα είναι και πιο έξυπνο για τους Tούρκους στο μέλλον (όσον
ο καιρός, και τόσον λιγότερο ανασφαλείς θα αισθάνονται) να παραθέτουν και να
αντι-παραθέτουν όλα τα δείγματα πολιτισμών της, κάποτε, πόλης των πόλεων.

***

Προς επίρρωσιν ένα μικρό περιστατικό με δύο συνιστώσες. O ¶νθρωπος Που Γελά χάζευε (σε
ό,τι έχει απομείνει απ? τον Iππόδρομο) τη στήλη του Kωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, στη
βάση της οποίας η επιγραφή στα ελληνικά είναι μισοσβησμένη.
Δίπλα του ένας γηραιός, αλλά ακμαιότατος κύριος, αντιλαμβανόμενος την προσπάθεια του
φίλου μας να διαβάσει την επιγραφή, του τη διάβασε φαρσί - με ελαφρά, ελαφρότατη ξενική
προφορά.
«Σας ευχαριστώ» είπε ο ¶νθρωπος Που Γελά, «από πού είσθε;».
«Aπ? το Aνόβερο. Eσείς, προφανώς, είσθε Έλληνας».
«Πολύ καλά τα ελληνικά σας!»
«Tα στοιχειώδη, αγαπητέ μου, τα στοιχειώδη», είπε χαμογελαστός ο καθηγητής -κάτι τέτοιο
θα ήταν- και, κοιτάζοντας προς την Aγιασοφιά συμπλήρωσε: «Σας αφήνω τώρα στις σκέψεις
σας»...
O ¶νθρωπος Που Γελά τον κοίταζε να απομακρύνεται με γρήγορα εφηβικά βήματα. ¶ναψε
τσιγάρο, μισόκλεισε τα μάτια «ίσως δεν άνοιξε κουβέντα, για να πιάσει τόπο μία μόνον
κουβέντα» σκέφτηκε.

Ήταν πρωί γύρω στις 9, κι ο ¶νθρωπος Που Γελά όδευε αργά προς την Aγιασοφιά.
------------------------------------------
Aπόγευμα της ίδιας μέρας, Tρίτης, ο ¶νθρωπος Που Γελά επέστρεφε απ? τη μικρή του
περιήγηση, εξ ίσου αργά, γύρω στις 9, μόλις που άρχιζε να νυχτώνει. Aπέναντι απ? τη στήλη
του Kωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου στην άλλη πλευρά του δρόμου όπου είναι τα μαγαζάκια,
κοντοστάθηκε, άναψε τσιγάρο και θυμήθηκε τον πρωινό Γερμανό καθηγητή - καθηγητής πρέπει
να ήταν. Ένας νεαρός Tούρκος τον πλησίασε, «γιουνάν;» - «γιουνάν»...
«Kαλοί άνθρωποι οι Έλληνες», άρχισε να λέει αγαπητικά σε σπασμένα αγγλικά ο συμπαθέστατος
νεαρός στον ¶νθρωπο Που Γελά, «το ξέρετε ότι κάποτε, πριν χιλιάδες χρόνια, εσείς οι
Έλληνες ζούσατε στην Aττάλεια και γενικώς στην Aνατολή;»...
O ¶νθρωπος Που Γελά πικρογέλασε, συγκατένευσε, ευχαρίστησε τον ανοιχτόκαρδο νεαρό με την
κοτσίδα, καληνύχτισε και ξαναπήρε τον δρόμο του.
«Eίρωνες οιωνοί» μουρμούρισε.
«Σας αφήνουν στις σκέψεις σας» σαν να άκουσε τον Γερμανό καθηγητή να του λέει...

ΣTAΘHΣ Σ.